υδραστιδίδες

υδραστιδίδες
οι, Ν
βοτ. οικογένεια, σύμφωνα με ορισμένα συστήματα ταξινόμησης, αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών, με μοναδικό μέλος το γένος ύδραστις.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ. πρβλ. νεολατ. hydrastidaceae < hydrastid- (< ύδραστις*) + κατάλ. -aceae (πρβλ. -ίδες)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ύδραστις — (hydrastis). Γένος φυτών της οικογένειας των Βερβεριοειδών. Το γένος αυτό αριθμεί δύο μόνο είδη, ένα ιθαγενές της Ιαπωνίας και ένα ιθαγενές της Βόρειας Αμερικής. Το ρίζωμα της ύ. της καναδικής είναι φαρμακευτικό και χρησιμοποιείται σε δόσεις 0,50 …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”